Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ἡ ῥύμη τῆς τύχης

См. также в других словарях:

  • ρύμη — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 500 μ.) του νομού Ξάνθης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Σελέρου. * * * η / ῥύμη, ΝΑ, και ρύμνη, Ν 1. η δύναμη, η ορμή με την οποία κινείται κάτι, η φόρα («πτερύγων ρύμη», Αριστοφ.) 2. στενή οδός, σοκάκι νεοελλ. 1. (μηχανολ …   Dictionary of Greek

  • παλιρρύμη — και παλινρύμη, ἡ (Α) 1. η προς τα πίσω κίνηση 2. φρ. «παλιρρύμη τῆς τύχης» η μεταστροφή τής τύχης. [ΕΤΥΜΟΛ. < πάλιν + ῥύμη «ροπή, δύναμη, ορμή»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»